Τετάρτη 1 Μαρτίου 2017

Η Αγγλοκρατία και ο Σεφέρης




Ο Σεφεριάδης, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1900 και έγινε παγκόσμια γνωστός ως ποιητής, βραβευμένος, μάλιστα, με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1963. 

Το 1940 διατηρούσε στενή σχέση με μέλη της Ιντέλλιτζενς Σέρβις στην Αθήνα, ιδιαίτερα με τον πράκτορα της Ιντέλλιτζενς Σέρβις και υπάλληλο της Αγγλικής Πρεσβείας Νίμικ. Η σχέση του με την αγγλική πρεσβεία στην Αθήνα εξηγεί και την εμπλοκή του στη δικτατορία Μεταξά. Κατείχε μάλιστα νευραλγική θέση στο καθεστώς, αυτήν του Διευθυντή της Διεύθυνσης Εξωτερικού Τύπου. Ο ίδιος μαρτυρά ότι ο αρχηγός της Ιντέλλιντζενς Σέρβις στην Ελλάδα, Ντέιβιντ Μπάλφουρ «καθοδηγούσε» την ελληνική κυβέρνηση.

Ως άνθρωπος των Άγγλων είχε ιδιαίτερη μεταχείριση και έτσι η είσοδος των Γερμανών στην Αθήνα (Απρίλιος 1941) τον βρίσκει στην Κρήτη, και όταν στις 20 του Μαΐου 1941 πέφτουν οι πρώτοι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές στην Κρήτη, ο Γ. Σεφέρης βρίσκεται ήδη μακριά, στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Επιστρέφει στην Αθήνα στις 22 Οκτωβρίου 1944, δέκα μέρες μετά την αποχώρηση των Γερμανών.

Καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου, τη μισθοδοσία της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης και του Διπλωματικού Σώματος είχε αναλάβει το Λονδίνο. Έχει λοιπόν ιδιαίτερη σημασία το τι λέει ο ίδιος για τους ανθρώπους της δικτατορίας Μεταξά, τον Βασιλιά Γεώργιο και τους άλλους υποτελείς στην Αγγλία πολιτικούς της εποχής. Πρώτον, διότι τους γνώριζε πάρα πολύ καλά και, δεύτερον, διότι ανήκε στο ίδιο στρατόπεδο. 

Θα παραθέσουμε πολιτικές αναφορές και σχόλια που κάνει ο Γ. Σεφέρης από την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου μέχρι την επιστροφή του στην Αθήνα από έργα που έγραψε τη συγκεκριμένη περίοδο, δηλαδή, το «Πολιτικό Ημερολόγιο Α΄1935-1944» που εκδόθηκε μετά τον θάνατό του το 1979, οι «Μέρες Δ΄ 1 Ιανουαρίου 1941 - 31 Δεκεμβρίου 1944» που εκδόθηκε το 2007, το «Χειρόγραφο Σεπ. ΄41» που εκδόθηκε το 1972, το «Τετράδιο Γυμνασμάτων Β΄» που εκδόθηκε το 1971 και το «Ημερολόγιο Καταστρώματος Β΄» που εκδόθηκε το 1944.

Για τους πολιτικούς της εποχής του γράφει ότι:  είναι «οι ελεεινοί», που ζουν«παπαρδελίζοντας» ενώ η πολιτική είναι ένα «κούφιο ζωντανό»
Συχνά κάνει σχόλια επί προσωπικού επιπέδου, χωρίς κριτική στην πολιτική θέση γενικά, αλλά όπως αυτή εκφράζεται μέσα από την προσωπικότητα του καθενός. Για παράδειγμα: «ο Σοφούλης που τον πρωτοείδα στην Πρεσβεία, βγαίνοντας από την ορκωμοσία μού μοιάζει ένας αστός της επαρχίας, με τα νερά του κάμποσο χαμένα» και λίγο πιο κάτω μιλάει για τους «δύο ελεεινούς ναυάρχους που στον απληροφόρητο κοσμάκη παρουσιάζονται σαν άνθρωποι πυγμής»«ανθρώπινες χαλκομανίες που λέγονται άρχοντές μας» (εννοεί τον Τσουδερό), «ένα κουβάρι από σκουλήκια»«πολιτικατζήδικα τερτίπια, μικρά και τριμμένα» όταν αναφέρεται σε πράξεις υπουργών. 

Αλλού αναφέρεται για ένα βράδυ που πήγε στο ''Σέπαρντ'' ότι ήταν εκεί «και οι διάφορες τσούλες της πολιτικής», ότι «είναι όλοι για κλάματα» και η«σημερινή κουζίνα» είναι η πολιτική του Παπανδρέου. «Η μερμηγκοφωλία της ΄Μπρετάνιας΄ εξακολουθεί να παραπατά χωρίς απόφαση» και «σε πιάνει η βρώμα από το λαιμό», με την «κοινωνία των ικετών» και τους «ηλίθιους [που]κρατούν τα πόστα».

Για το βασιλιά Γεώργιο λέει ότι είναι «άνθρωπος με νοημοσύνη ασφαλώς, αλλάχωρίς ρίζες στον τόπο, χωρίς πνοή, χωρίς ακτινοβολία, έρημος, αδιάφορος,απομονωμένος από το χαρακτήρα του και τις ατυχίες της ζωής του, έκαμε τίμιες εκλογές, και, μόλις σκόνταψε στις πρώτες δυσκολίες, βολεύτηκε και κόλλησε στην πιο εύκολη λύση: τη δικτατορία»(Αναφέρεται στην δικτατορία Μεταξά).

Γεώργιος ο Β και Μεταξάς, τα όργανα των Άγγλων στην Ελλάδα

Για το Μεταξά γράφει: 
«το μόνο λαϊκό στήριγμα του Μεταξά ήταν η κούραση του κόσμου. Δεν είχε λαό μαζί του, ούτε τώρα, ούτε παλαιότερα».


Στις 29 Ιανουαρίου, πεθαίνει ο Μεταξάς. Ο Γιώργος Σεφέρης μιλάει στα γραπτά του για όλους τους πολιτικούς που βρίσκονται στο Υπουργείο Εξωτερικών. Συγκεκριμένα, λέει ότι είναι «μωροφιλόδοξοι, βλάκες, άνθρωποι που ήταν κίτρινοι από το φόβο τους όταν πήγαινε να ξεσπάσει η καταιγίδα, κάνουν τον παλικαρά, και κορδώνουνται, και θέλουν να βρίσκουνται ολοένα στο προσκήνιο, τώρα που άλλοι πολεμούν και τους προστατεύουν».

Για το θάνατο του Μεταξά κάνει την αναφορά «πέθανε ο Μεταξάς… και μας άφησε την κοπριά του».

Τον Μάρτιο του 1941 ο Σεφέρης βρίσκεται ακόμη στην Αθήνα και στο ημερολόγιό του παραθέτει χαρακτηρισμούς πολιτικών όπως «πρόσωπα πεθαμενατζήδων, ωχρά και κίτρινα. Νευρικές φυσιογνωμίες χαρτοπαίχτη προς την αυγή, όταν έχει ρίξει την τελευταία του δεκάρα στο τραπέζι».

Στις 6 Απριλίου σημειώνεται η γερμανική εισβολή στην Ελλάδα. Δέκα ημέρες μετά, στις 16 Απριλίου, έχουμε την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να εγκαταλείψει την Ελλάδα.

Στις 21 Απριλίου υπογράφεται η συνθηκολόγηση του ελληνικού στρατού και στις 23 ο βασιλιάς και ο Εμμ. Τσουδερός φεύγουν για την Κρήτη, ήδη από τις 17 και 18 του Απριλίου είχαν φύγει οι πρίγκιπες και οι πριγκίπισσες. «Ο βασιλιάς Γεώργιος με τον Τσουδερό και το Βρετανό πρεσβευτή Πάλαιρετ αναχωρούν με βρετανικό υδροπλάνο για την Κρήτη τα χαράματα της 23ης Απριλίου».

Ο Γ. Σεφέρης ενημερώνει τον υπουργό του, το Θ. Νικολούδη, πως σκοπεύει να φύγει μαζί με την κυβέρνηση. Αυτός μετά βίας θα τον πάρει μαζί του και έτσι ο Γ.Σεφέρης και η Μάρω, η γυναίκα του, θα δυσκολευτούν μέχρι να φύγουν.

Ο Σεφέρης περιγράφει την κατάσταση που επικρατεί στο υπουργείο. «Σε τέτοιες ώρες ούτε μια γενναία χειρονομία εδώ. Ο Νικολούδης γυρίζει από το Στρατηγείο σα να γυρίζει από ξόδι» και μερικές μέρες μετά, στις 16 Απριλίου γράφει: «Στην κυβέρνηση νεύρα. Κανένας ψύχραιμος άνθρωπος. Δεν ξέρουν καλά-καλά γιατί φεύγουν και τι θα κάνουν εκεί που θα πάνε. Δεν υπάρχει κανένα σχέδιο, καμιά προετοιμασία. Ο αγέρας της Κρήτης είναι γι΄αυτούς βραχνάς. Ο υπουργός λογαριάζει πως θα κουβαλήσει τις δεκαπέντε τόσες κασέλες του, υπηρέτριες και τα ρέστα. Για την Υπηρεσία δε φροντίζει κανείς».

Στις 22 Απριλίου το ζεύγος Σεφέρη φθάνει στην Κρήτη, στα Χανιά, όπου εργάζεται ως γραμματέας του Νικολούδη. Επισημαίνει ότι «κάνει εντύπωση η έλλειψη κάθε πολεμικής προετοιμασίας εδώ. Η κυβέρνηση δεν έκαμε τίποτε. Ήταν το φυσικό της. Αλλά οι Άγγλοι;». 

Ο Εμμ. Τσουδερός στη νέα του κυβέρνηση κάνει υπουργούς ανθρώπους της κυβέρνησης του Μεταξά, όπως τον  Κ. Μανιαδάκη, τον Κ. Κοτζιά, το Θ. Νικολούδη, το Δ. Δημητράτο. Ο Γ. Σεφέρης αναφέρει σχετικά «οι παλιοί στυλοβάτες του καθεστώτος που είχαν εξαφανιστεί, ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια».

Τον Μάιο του 1941 λαμβάνει χώρα η μάχη της Κρήτης. Στις 20 αρχίζει η ρίψη Γερμανών αλεξιπτωτιστών στο νησί και την ίδια μέρα ο Γ. Σεφέρης φτάνει στην Αλεξάνδρεια. Το ίδιο, φυσικά, και η κυβέρνηση και ο βασιλιάς που έφυγαν μόλις άρχισε η μάχη της Κρήτης και στις 23 Μαΐου έφτασαν στην Αλεξάνδρεια.

Οι ίδιοι οι πολιτικοί "έδωσαν" τη μεγαλόνησο: «αλλά δεν ήθελαν να κρατήσουν την Κρήτη, δεν ήθελαν τα νησιά, δεν ήθελαν τίποτε. Τ΄ άκουσμα μονάχα του Γερμανού τούς νέκρωνε τα νεύρα και οι περισσότεροι που ήρθαν μαζί μας δε γυρεύουν τίποτε άλλο παρά να πετύχουν μιαν ήσυχη γωνιά στο εξωτερικό για να περάσουν τις μέρες του πολέμου».

Η ''εξόριστη κυβέρνηση'' στο Κάϊρο

Ακολουθεί σχόλιο για τη φυγή της κυβέρνησης από την Κρήτη «μα δεν μπορώ να καταλάβω γιατί ήρθε η κυβέρνηση εδώ, αφού δεν είχε σκοπό να μείνει. Τώρα είναι ελεεινό να βλέπει ο κόσμος αυτή την ατμόσφαιρα φυγής».

Για τη βασιλική οικογένεια αναφέρει για τις μέρες που ταξίδευε στο πλοίο μαζί τους ότι «είναι και όλο το πριγκιπολόι που περνοδιαβαίνει ακατάπαυτα μπροστά σου. Διάφοροι ρωτιούνται αν πρέπει κάθε φορά να υποκλίνονται». «Πλάι μας μαζεύτηκε σιγά-σιγά η βασιλική οικογένεια, πρίγκιψ Γεώργιος και πρ. Μαρία στην αρχή, ο Παύλος κι έπειτα ο Βασιλιάς. Μιλούν μεταξύ τους αγγλικά, γαλλικά και λίγα ελληνικά, κάποτε. Θα είμαστε, υποθέτω, γι αυτούς, οι ιθαγενείς». Για το ταξίδι της οικογένειας στο Λονδίνο σχολιάζει: «μεθαύριο θα πάνε στο Λονδίνο ο Βασιλιάς και οι τραπεζίτες. Θα φροντίσουν να είναι “προ παντός μετριόφρονες” και θα συνεχίσουν την πολιτική των υψηλών συγγενειών ή της κατεργαριάς. Ας πάνε στο καλό μία ώρα αρχύτερα».

Η βασιλική οικογένεια

Όπως αναφέρει και ο Πρ. Παπαστράτης «η βασιλική οικογένεια και η κυβέρνηση αποφασίζουν να ταξιδέψουν κάνοντας το γύρο της Αφρικής,δηλώνοντας ότι δεν βιάζονται και ότι ήθελαν να έχουν τις οικογένειές τους μαζί. Τελικά ο βασιλιάς και η κυβέρνηση Τσουδερού φτάνουν στην Αγγλία στις 23/9/1941 τρεις μήνες περίπου από τότε που αποχώρησαν από το Κάιρο».


Στις 16 Δεκεμβρίου 1942 ο Γ. Σεφέρης γράφει στο ημερολόγιό του για τους Άγγλους ότι γι αυτούς «δεν λογαριάζουμε περισσότερο από τους τρόφιμους ενός στρατοπέδου προσφύγων, και τους δικούς μας ταγούς τους κυβερνά πάντα ο φόβος μην προκαλέσουν δυσμένειες…»

Οι Άγγλοι χρηματοδοτούν και οργανώνουν το ΕΑΜ

Ο Σεφέρης ασκεί κριτική για τα όπλα που δίνουν οι Άγγλοι στο ΕΑΜ στη Σάμο, «οι Άγγλοι αρνιούνται να δεχτούν την πρόταση της κυβέρνησης να στείλει αξιωματικό και να κάνει ταχτική στρατολογία και δίνουν όπλα στους αντάρτες, όλους ΕΑΜίτες  που από 500 στις μέρες της κατοχής έγιναν τώρα καθώς λένε, 2.000. Και οι ασυναρτησίες πληρώνουνται ακριβά, όπως πληρώνουμε τώρα την ασυνάρτητη οργάνωση του ανταρτοπόλεμου στην Ελλάδα. Ρωτιέται κανείς γιατί δεν τους τα χτυπάει στα μούτρα Βασιλιάς και Κυβέρνηση, αφού μας έχουν καταντήσει στο τελευταίο σκαλί του εξευτελισμού»


Για τα Τάγματα Ασφαλείας όμως έχει άλλη άποψη, ότι: «δεν πρέπει να ξεχνούμε πως είναι πατριώται αξιωματικοί σ΄ αυτά (Διάμεσης, Δερτιλής)».

Για τη σφαγή του 5/42 και του Δημητρίου Ψαρρού γράφει: 

«Τον Ψαρρό τον έγδαραν για να μαρτυρήσει που έχει κρυμμένες τις λίρες.Τους ανθρώπους που έπιασαν μαζί του τους ξέκαμαν σιγά σιγά βιδώνοντάς τους βίδες στους κροτάφους. Διηγούνται και άλλα περιστατικά αυτού του περιβολιού των βασανιστηρίων: ρίξιμο ανθρώπων σε ξεροπήγαδα κι έπειτα ασβέστη και νερό. Αργοί ακρωτηριασμοί. Τη μια μέρα με διακοπές. Σταμάτημα ως την άλλη μέρα. Και συνέχεια με τον ίδιο ρυθμό, όσο να θάψουν τον μισοπεθαμένο, που ανασαίνει ακόμη. Σκηνές όπου οι άβγαλτοι υποχρεώνουνται να δώσουν κι αυτοί μια μαχαιριά στο νεκρό για να μοιραστούν την ευθύνη του αίματος. Ξεκοιλιάσματα και τύλιγμα των άντερων στα κεφάλια των θυμάτων… αυτά λένε οι μισοί που υπέγραψαν το «εθνικό συμβόλαιο» του κ. Παπανδρέου, εναντίον των άλλων μισών που υπέγραψαν επίσης το «εθνικό συμβόλαιο» του κ. Παπανδρέου. Οι μισοί, καθώς λένε οι άλλοι μισοί, τα έκαναν αυτά. Και μπροστά σε τούτη τη φρίκη που βεβαιώνουν πως είναι ολόγυμνη η αλήθεια, παζαρρεύουν, ραδιουργούν, λογαριάζουν θέσεις και υπουργεία. Και όλα μπερδεύουνται, και όλα θολώνουν και χάνουνται σ΄ ένα βραχνά. Στο μεταξύ τα μικρά παιδιά, οι έφηβοι στην Ελλάδα γυρίζουν τη νύχτα με τα πιστόλια και χτυπιουνται. Είμαι βουτηγμένος σήμερα, βιολογικά, ως τα ρουθούνια μέσα σ΄ αυτό το φονικό»



Για τον Εμμ. Τσουδερό:  «ξυπνώντας σήμερα το πρωί, ένα μότο για τον Τσουδερό: ΄διάλυε για να κυβερνάς΄. Το όπλο του είναι η αποσύνθεση. Κάθε του πράξη μυρίζει πτωμαϊνη» και αλλού: «βιολογικά μου κάνει την εντύπωση –ακριβώς- ενός υπέρογκου χαμωλέοντα με μαύρο καπέλο»

 Ο Παπανδρέου

Για τον Παπανδρέου 

Γράφει ότι στους δημοσιογραφικούς κύκλους τον Παπανδρέου τον αναφέρουν ως«straw-man» (αχυράνθρωπος). Επίσης ότι: «ο Παπανδρέου, φορώντας τις παρωπίδες του Καΐρου, δεν καταλαβαίνει τίποτε, ακούει ό,τι του πει ο Leeper, σα να ήταν η Αγία Γραφή, ρητορεύει και κάνει μαλαγανιές βλαχοδημάρχου». 

«Ρητορεύει σα μεθυσμένος» συνεχίζει να γράφει για τον Παπανδρέου «είναι φρίκη να σκέπτεται κανείς με πόση επιπολαιότητα κρίνουνται τα πιο σπουδαία εθνικά μας ζητήματα», «η ανικανότητα και η μυωπία των ανθρώπων που μας κυβερνούν έχει μια διαλυτική δύναμη που δεν θα το πίστευα πως είναι τόσο μεγάλη».
πηγή αποσπασμάτων

Ο Σεφέρης το  1951 τοποθετείται Σύμβουλος στην Πρεσβεία του Λονδίνου.Όπως καταμαρτυρά ο ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος (το μεταφέρουμε με δικά μας λόγια):

«Υπάρχει κάτι που δεν τιμά τον νομπελίστα ποιητή μας, Γιώργο Σεφέρη. Ο Σεφέρης, πριν από το 1955, διορίστηκε πρέσβης μας στην Αγγλία. Εκείνο τον καιρό είχε δημοσιεύσει μια ποιητική συλλογή, στην οποία είχε δώσει τον τίτλο,“Κύπρον ού μ’ εθέσπισεν” (σ.σ. «Στην Κύπρο που μου ορίστηκε να ανήκω») και είναι δανεισμένος από την αρχαία τραγωδία του Ευριπίδη, “Ελένη”. Η βασίλισσα της Αγγλίας, σε συνάντηση που είχε με τον Σεφέρη, με την ανάληψη των καθηκόντων του – όπου παρευρισκόταν και ο μεγάλος Άγγλος ποιητής Τόμας Έλιοτ – του εκμυστηρεύτηκε πως διαβάζει τα έργα του και της αρέσουν πολύ, αλλά την ενοχλεί ιδιαίτερα αυτός ο τίτλος. Σημειώστε πως η Κύπρος εκείνο τον καιρό βρισκόταν υπό αγγλική κυριαρχία. 

Η Ελισάβετ Β΄

Ο Σεφέρης, αντί να διαμαρτυρηθεί, έσπευσε αμέσως να αλλάξει τον τίτλο. Παρότι τα βιβλία του είχαν ήδη διανεμηθεί στα βιβλιοπωλεία, ζήτησε από τον εκδοτικό οίκο την άμεση απόσυρσή τους, όπερ και εγένετο. Κατόπιν σκίστηκαν τα πρώτα φύλλα των αντιτύπων και τυπώθηκε νέο εξώφυλλο με τίτλο, “Ημερολόγιο Καταστρώματος…”. Αυτή είναι μια πράξη αχαρακτήριστη και μη πατριωτική. Συνέβαλε βέβαια στη συνέχεια στο να τον υποστηρίξει με θέρμη η βασίλισσα στην υποψηφιότητά του για το Νόμπελ Λογοτεχνίας»
πηγή

Το 1957 γίνεται πρέσβης της Ελλάδος στην Αγγλία ενώ λίγο αργότερα αναγορεύεται σε επίτιμο διδάκτορα της Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ. Το 1962 εγκαταλείπει την Ελληνική πρεσβεία στο Λονδίνο και τίθεταιεις την διάθεσιν του Ελληνικού Υπουργείου των Εξωτερικών. Το 1963  βραβεύεται με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας από τη Σουηδική Βασιλική Ακαδημία των Επιστημών. Το 1964 αναγορεύεται σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και τον Ιούνιο του 1965 επίτιμος διδάκτωρ του Πρίνστον. Η αδερφή του, Ιωάννα Σεφεριάδη, παντρεύτηκε τον Κωνσταντίνο Τσάτσο  (πρόεδρος της Δημοκρατίας 1975 - 1980), ο οποίος το 1980 έλαβε το βραβείο Κουντενχόβε - Καλλέργη.

Ristorante Verona