Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2019

30 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1933, Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ



Αποσπάσματα από το βιβλίο του Heinz A. Heinz ''ΧΙΤΛΕΡ''


Τίποτα σπουδαίο δεν δίνεται έτσι απλά στη ζωή. Για όλα πρέπει κανείς να παλέψει. Έτσι, λοιπόν, η αναγέννηση ενός έθνους δεν γίνεται εύκολα, τυχαία ή μοιραία, αλλά πρέπει να είναι το αποτέλεσμα μιας προσπάθειας.
                                                              Αδόλφος Χίτλερ


    Πριν από αυτή την προεδρική εκλογή, η δραστηριότητα του Χίτλερ ήταν πρωτόγνωρη για την πολιτική ζωή, όχι μόνο της Γερμανίας αλλά και οποιασδήποτε άλλης χώρας. Δεν ήταν τίποτα γι’ αυτόν το να παρευρίσκεται σε τρεις ή τέσσερεις συγκεντρώσεις κάθε μέρα. Οι περισσότερες από αυτές ελάμβαναν χώρα στην ύπαιθρο, σε ακροατήριο από εκατό μέχρι τριακόσιες χιλιάδες ανθρώπους. Για να γίνει δυνατή η εκπλήρωση του τρομερού καθημερινού του προγράμματος, έπρεπε όλα να οργανωθούν και να εκτελεστούν ακριβώς στην ώρα τους. Για παράδειγμα, ενώ μιλούσε στη Δρέσδη, το ακροατήριο συγκεντρωνόταν ήδη στη Λειψία. Έτρεχε από μέρος σε μέρος, σε όλο το μήκος και πλάτος της χώρας, βδομάδα τη βδομάδα, μέρα με τη μέρα και νύχτα με τη νύχτα, χωρίς ανάπαυση ή διάλειμμα, χρησιμοποιώντας αεροπλάνο ή αυτοκίνητο, ανάλογα τι εξυπηρετούσε  καλύτερα κάθε φορά. Κοιμόταν όπου και όπως μπορούσε. Είχε το δικό του αεροπλάνο και τον πιλότο του, το αυτοκίνητό του και τον σοφέρ του, τις γραμματείς και τους διοργανωτές του, αλλά ουσιαστικά τα πάντα βασίζονταν στη δική του ακατάβλητη ενέργεια και την ακούραστη αποφασιστικότητά του. 
    Στην προεκλογική περίοδο τον Μάρτιο του 1932, ο στρατηγός Χίντενμπουργκ έλαβε 18.600.000 ψήφους και ο Χίτλερ 11.300.000. Αυτή η φαινομενική ήττα για τον Φύρερ ήταν στην πραγματικότητα μια μεγάλη επιτυχία. Είχε διπλασιάσει τις ψήφους του από τις εκλογές τού Σεπτεμβρίου του 1930. 
    Όμως τώρα θα γίνονταν δεύτερες εκλογές, και όλα τα αντίπαλα κόμματα ανασκουμπώθηκαν για την τελική δοκιμασία της δύναμής τους. Αντιλαμβάνονταν πλήρως τους κινδύνους που τους απειλούσαν από το συνεχώς ανερχόμενο Kόμμα ─κινδύνους που είχαν πέσει με δύναμη στα κεφάλια τους και τελικά τα εξαφάνισαν τον Ιανουάριο του 1933. Η πρόθεση του Χίτλερ ήταν να μπορούν να γίνουν μέλη του κόμματός του εξίσου οι καθολικοί και οι προτεστάντες, να μπορούν να βαδίσουν στις γραμμές των Ταγμάτων Εφόδου του μαζί καθολικοί και προτεστάντες, όμως ήρθε η στιγμή που στους πρώτους η Εκκλησία αρνήθηκε τη Θεία Κοινωνία, ακόμη και τη χριστιανική ταφή, επειδή ακολούθησαν το κόμμα. 
    Γινόταν οτιδήποτε ήταν δυνατό, για να διαλυθεί ο Εθνικοσοσιαλισμός, και όχι επειδή απειλούσε τους ανθρώπους (οι άνθρωποι τον επιδοκίμαζαν), αλλά επειδή απειλούσε κάποια ταξικά συμφέροντα, τα προνόμια, τη διαφθορά και καθετί άπληστο, στενόμυαλο και αισχροκερδές στη δημόσια ζωή της Γερμανίας, συμπεριλαμβανομένων των «μπουρζουάδων». Οι Εθνικοσοσιαλιστές βρέθηκαν μόνοι, αντιμέτωποι και σε πόλεμο με όλα τα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα. Θα χρειαζόταν περισσότερος χώρος, για να απαριθμήσουμε τους φόβους που καθένα από αυτά έτρεφε για την επιτυχία των Εθνικοσοσιαλιστών. Θα χρειαζόταν, επίσης, μια άμεση αντίληψη της χαοτικής κατάστασης των εσωτερικών υποθέσεων της Γερμανίας, για να εκτιμήσουμε τη δουλειά που είχε μπροστά του το μοναδικό Κόμμα στο Ράιχ που είχε έναν και μόνο στόχο, ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα και μια ακλόνητη επιμονή. 
    Παρά το γεγονός ότι ακόμα και μέχρι εκείνη  τη στιγμή, η βόρεια, η ανατολική και η δυτική Γερμανία ήταν υπό την επιρροή των Κόκκινων, και ότι στον καθολικό νότο οι επίσκοποι ήταν πολύ δυνατοί, ο Εθνικοσοσιαλισμός προχώρησε μπροστά με πείσμα και αποφασιστικότητα. Αυτό μπορεί να αποδοθεί μόνο στην τελειότητα της οργάνωσής του. 
    Η κυβέρνηση μονοπωλούσε το ραδιόφωνο. Όλοι όσοι είχαν εξουσία και υψηλές θέσεις ένιωθαν πως έπρεπε να δώσουν μάχη για την ίδια τους την ύπαρξη. Παρά το γεγονός ότι όλα ήταν εναντίον του, ο Χίτλερ κέρδισε δύο εκατομμύρια ψήφους επιπλέον σε αυτές τις εκλογές. Δεν αρκούσαν, για να εκλεγεί Πρόεδρος, αλλά ενίσχυσαν ιδιαίτερα τη θέση του στην πολιτική ζωή. 
    Ο Καγκελάριος Μπρύνινγκ δεν είχε καθόλου υπολογίσει αυτήν την άνοδο του Χίτλερ και απογοητεύτηκε. Κατέφυγε, λοιπόν, σε περίεργα μέτρα. Στις 13 Απριλίου του 1932 διέταξε τη διάλυση των Ταγμάτων Εφόδου, καθώς και τη διάλυση του κινήματος με το όνομα Χιτλερική Νεολαία (Hitler Jugend). Η έδρα και η περιουσία αυτών των οργανισμών κατασχέθηκαν. 
    Όλα αυτά, όμως, ήταν μάταια. Στις εκλογές για τη Δίαιτα (κάθε γερμανικό κρατίδιο διέθετε ένα τοπικό κοινοβούλιο), που έλαβαν χώρα στις 24 Απριλίου του 1932, το NSDAP αναδείχθηκε παντού το πιο ισχυρό κόμμα.[...]

    Αφού το Εθνικοσοσιαλιστικό είχε γίνει πια το μεγαλύτερο κόμμα του κράτους, ήταν σωστό και πρέπον να περιέλθει σε αυτό η διακυβέρνηση της χώρας. Ο πρόεδρος φον Χίντενμπουργκ, όμως, δίστασε για πολύ καιρό να εμπιστευτεί στον Αρχηγό του κόμματος, τον Αδόλφο Χίτλερ, την απόλυτη εξουσία. Για δύο χρόνια, η διοίκηση είχε ανατεθεί σε μια μειοψηφία, υπό τον Μπρύνινγκ, που έκανε ό,τι μπορούσε για να διαλύσει το μεγαλύτερο κόμμα. Όμως τώρα ήταν η κατάλληλη ώρα, και κάτι παραπάνω από κατάλληλη, για μια αλλαγή. 
    Στις 13 Αυγούστου του 1932 ο Χίτλερ έλαβε μέρος σε πολύ σημαντικές συζητήσεις ανάμεσα στον Χίντενμπουργκ και τον φον Πάπεν. Τότε του πρόσφεραν την Αντικαγκελαρία. Η απάντησή του ήταν αρνητική. Ο Χίτλερ ήταν πάντοτε αντίθετος στους συμβιβασμούς ή στα ημίμετρα. Η μέρα της άρνησής του ονομάστηκε «Μαύρη Μέρα τού Χίτλερ», αλλά στην πραγματικότητα δεν ήταν καθόλου έτσι. Έβλεπε πιο μακριά από τους επικριτές του. Δεν σκόπευε να χρησιμοποιήσει τον Εθνικοσοσιαλισμό, για να ενισχύσει ένα σύστημα που παρέπαιε.
    Αφού ο κόσμος απαλλάχτηκε από το φαιδρό θέαμα ενός γερμανικού κοινοβουλίου, την έναρξη εργασιών του οποίου είχε κάνει η πράκτορας της Μόσχας Κλάρα Τσέτκιν, ο διοικητής Χέρμαν Γκαίρινγκ εκλέχτηκε Πρόεδρός του.  
    Για μια ακόμα φορά, όμως, το κοινοβούλιο διαλύθηκε, παρά το γεγονός ότι υπήρχε πλειοψηφία. Νέες εκλογές προκηρύχθηκαν για τον Νοέμβριο. Αυτή τη φορά, όμως, ο κόσμος είχε σιχαθεί τις εκλογές, και τα αποτελέσματα ήταν απογοητευτικά για όλα τα κόμματα.   
    Το ίδιο το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα έχασε τριάντα τέσσερεις έδρες. Υπήρξε, όμως, μια συντριπτική πλειοψηφία κατά του Καγκελάριου, και ο φον Πάπεν δεν είχε άλλη επιλογή από το να παραιτηθεί. Τον διαδέχθηκε στο αξίωμα ένας σχετικά άγνωστος άντρας, ο Στρατηγός φον Σλάιχερ. Όσο δραστήριος και αν ήταν αυτός ο άνθρωπος σε άλλες δουλειές και στο παρασκήνιο, ως Καγκελάριος ήταν ασήμαντος και σύντομα απομονώθηκε εντελώς. 
    Για να μη μακρηγορούμε –δεν θα εξυπηρετούσε τον αναγνώστη να πούμε περισσότερα για αυτήν την απογοητευτική και γεμάτη σύγχυση περίοδο– στις 29 Ιανουαρίου του 1933 η κυβέρνηση του φον Σλάιχερ διαλύθηκε, και ο Αδόλφος Χίτλερ κατάφερε αυτό για το οποίο είχε αγωνιστεί με σχεδόν ακατάπαυστο ζήλο και πάνω από όλα με ακλόνητη πίστη, από εκείνη τη μέρα που μέσα σε ένα από τα πιο φτωχά εστιατόρια του Μονάχου έγινε το έβδομο μέλος μιας άγνωστης μικρής ομάδας επίδοξων πολιτικών. 
    
    Ο Αδόλφος Χίτλερ έγινε Καγκελάριος της Γερμανίας.

RV